Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΙΟΥΣΗ
Τα ερωτικά διηγήματα του Παπαδιαμάντη, κείμενα εξαιρετικής αφηγηματικής τέχνης, περιγράφουν με ένταση, πυκνότητα, μυστικό παλμό και χάρη ταυτόχρονα, τον έρωτα που πυρπολεί τον άνθρωπο και τον τρελαίνει, καθώς και την απάρνηση του πάθους, με το μεγαλείο και τη μελαγχολία της. Μιλούν για το πόσο ηρωικό είναι να σκοτώσει κανείς μέσα του τον δράκο του πόθου, αλλά και για την «αγρία χαρά» εκείνου που επιλέγει να ζει μέσα στο βάσανό του. Ο Νοσταλγός τού επέκεινα, ο αθεράπευτα μελαγχολικός Παπαδιαμάντης, βλέπει τον γήινο έρωτα ως συγκαλυμμένο ναρκισσισμό, ενώ θεωρεί πως οι μόνες στιγμές αληθινής ευτυχίας για τον άνθρωπο γεννιούνται από τον έρωτα προς το θείο. Είναι αυτές οι μυστικές στιγμές, ωστόσο, που αποδίδονται από τον μεγάλο τεχνίτη με εξόχως γήινο και αισθησιακό τρόπο.
Στη μελέτη της «ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ, Ἦτον πνοή, ἴνδαλμα ἀφάνταστον, ὄνειρον…», η Αγγέλα Καστρινάκη επιχειρεί να φωτίσει τα αινιγματικά παπαδιαμαντικά κείμενα, με οδηγό τα πανανθρώπινα και τα χριστιανικά σύμβολα. Όμορφες κόρες, κάτω από τη γοητευτική τους όψη αποκαλύπτονται επικίνδυνα στοιχειά του νερού, και νεαροί άντρες κρύβουν κάποτε μέσα τους τη βία του αρπακτικού, ακόμα και τον ίδιο τον διάβολο. Η θάλασσα και η λίμνη, η φωτιά, τα λουλούδια, οι σπηλιές, τα άστρα κι η σελήνη δεν είναι μονάχα διάκοσμος του φυσικού κόσμου, παρά αποτελούν σημεία που οδηγούν βαθύτερα στο νόημά του. Παρακολουθώντας τον τρόπο με τον οποίο ο Παπαδιαμάντης χειρίζεται το θέμα του προπατορικού αμαρτήματος, η μελετήτρια υποστηρίζει ότι ο συγγραφέας έμμεσα αλλά επίμονα υποβάλλει την ανάγκη αποφυγής του σαρκικού έρωτα και της τεκνογονίας, που μόνο δεινά προσθέτουν στον κόσμο, κινούμενος έτσι στα όρια της αποδεκτής χριστιανικής πίστης.
Η Αγγέλα Καστρινάκη, καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης διευθύνει τη λογοτεχνική αυτή σειρά, όπου κείμενα σημαντικών Ελλήνων πεζογράφων μαζί με νέες προσεγγίσεις μελετητών του έργου τους ουσιαστικά εκδίδονται μαζί, δυο βιβλία σε ένα. Εδώ, τα παπαδιαμαντικά διηγήματα «Ολόγυρα στη λίμνη» (1892), «Η νοσταλγός» (1894), «Έρως-ήρως» (1897), «Όνειρο στο κύμα» (1900), «Η Φαρμακολύτρια» (1900) διαβάζονται αυτούσια για την απολαυστικά στιλιζαρισμένη καθαρευουσιάνικη γλώσσα, τον εκμυστηρευτικό τόνο τους, τον ποιητικό ρυθμό, τις φυσιοδιφικές, εικονοποιητικές περιγραφές τους, τη λεπτή ειρωνεία και το ανατρεπτικό τέλος τους. Πηγή: www.lifo.gr
-Λόγω του μοναχικού βίου του χαρακτηρίστηκε αντιερωτικός, αποσυνάγωγος και με «φωτοστέφανο αγιοσύνης». Στο συγγραφικό σύμπαν του, ίπτανται και πλέουν αθώες κορασίδες, λαϊκές θυγατέρες, ερωτόβρυτοι ηλιοκαείς αιπόλοι, θαλασσινοί με την άλμη στον τράχηλο. Εντονος ο ερωτικός πόθος στο έργο του;
Ήταν παράξενος άνθρωπος, πράγματι. Τόσο παράξενος, όσο δυνατά είναι τα κείμενά του, τα ερωτικά ιδίως. Υπάρχει ευθέως ανάλογη σχέση ανάμεσα στην παραξενιά του και στη δύναμη των διηγημάτων του. Ο Παπαδιαμάντης έκρυβε πολλά. Και φανέρωνε στο έργο του, πράγματι, έναν πολύ έντονο πόθο. Σε μια εποχή υποτονική ως προς την παρουσία του έρωτα στην πεζογραφία μας, εκείνος έδωσε κομμάτια όπου ο πόθος ξεσκίζει κυριολεκτικά τον άνθρωπο. Η άποψή μου είναι ότι ο Παπαδιαμάντης θεωρεί σωστό να «καταστέλλουμε» το πάθος. Χρησιμοποιεί και τη λέξη!
-Συνυπάρχουν το πάθος, η θλίψη και η εγκαρτέρηση;
Αν καταφέρει ο άνθρωπος να καταστείλει το πάθος, δεν πρόκειται να ζήσει καμιά ευτυχισμένη ζωή, όχι! Θα ζήσει όμως τουλάχιστον μια ζωή με μικρές απολαύσεις, κυρίως αυτές που προσφέρει το κρασί παρέα με καλούς φίλους, θα έχει τη δυνατότητα να προσφέρει στους γύρω του, και κυρίως δεν θα γεμίσει τον κόσμο με μάταιες υπάρξεις προορισμένες να δυστυχήσουν κι αυτές.
-«Ενας ομολογημένος κυνηγός αισθησιακών στιγμών» κατά τον Ελύτη;
Και ναι και όχι. Οι ήρωές του κυνηγούν τις απολαύσεις των αισθήσεων, άρα κι αυτός κατά κάποιον τρόπο επιθυμεί να τις δείξει στον αναγνώστη. Ως εδώ συμφωνώ με τον Ελύτη. Όμως ο Παπαδιαμάντης αποτάσσεται τον αισθησιασμό σαν έργο του σατανά. Το σεξ ρίχνει τους ανθρώπους στη δυστυχία, είναι το ίδιο το προπατορικό αμάρτημα που μας χώρισε στα δύο φύλα και δεν μας αφήνει έκτοτε σε ησυχία. Οι αισθησιακές στιγμές στον Παπαδιαμάντη, δηλαδή οι εναγκαλισμοί στο «Όνειρο στο κύμα» και στη «Βασιλική δρυ», δεν έχουν εντέλει να κάνουν με τον γήινο έρωτα, παρά με τον θεϊκό. Ωστόσο ο συγγραφέας επίτηδες αφήνει μια κάποια αμφισημία η οποία άλλωστε υπάρχει και στο πρότυπό του, το ερωτικότατο Άσμα Ασμάτων.
-Εξιστορεί προσωπικές ερωτικές ιστορίες και περιπέτειες και συνάμα περιγράφει ερωτικές ιστορίες των ηρώων του;
Προσωπικές ιστορίες, μάλλον απίθανο. Ο ίδιος μπορεί να ένιωσε βίαια πάθη, «ιστορίες» όμως με την έννοια της πραγμάτωσης του πάθους δεν πρέπει να έζησε. Οι ιστορίες ανήκουν στους ήρωες. Αυτοί -και αυτές- είτε υποκύπτουν στο πάθος είτε το υπερνικούν. Αν υποκύψουν γίνονται δυστυχισμένοι Αδάμ και κοινές κόρες της Εύας. Αλλιώς μπορεί και να αγγίξουν την αγιότητα.
-Δημοσιεύσατε διηγήματα του κυρ Αλέξανδρου των Γραμμάτων μας όπου είναι διάχυτη η ερωτική διάθεση. Ποιές όψεις του Ερωτα διακρίνετε στα κείμενά του;
Δύο όψεις: τη ναρκισσιστική και τη θεία. Η θεία είναι η ερωτική, η αγαπητική σχέση με τον Νυμφίο, τον Χριστό. Από το πρώτο του μυθιστόρημα, τη Μετανάστιδα, ο Παπαδιαμάντης ανακοινώνει αυτή την εκδοχή του έρωτα, που είναι και η σωτήρια. Όλοι οι άλλοι έρωτες είναι ναρκισσιστικοί: αγαπάμε ουσιαστικά τον εαυτό μας. Ο Παπαδιαμάντης το ονομάζει κάπου «αυτολατρία», αλλά ταυτόχρονα, στα πιο υπαινικτικά του κείμενα, χρησιμοποιεί και μια σειρά κρυφές αναφορές, π.χ. στο λουλούδι «ίον» που ανήκει στην κατηγορία του ναρκίσσου. Το περίφημο βοσκόπουλο στο «Όνειρο στο κύμα», επίσης, κοιτάζει διαρκώς τον εαυτό του «εις τα ρυάκια και τας βρύσεις», όπως ο μυθικός πρόγονος που πέθανε κοιτάζοντας την εικόνα του.
-Θυμάμαι τον αείμνηστο ακαδημαικό Παναγιώτη Τέτση, μιλώντας κάποια φορά για τον ερωτικο και αισθησιακό Παπαδιαμάντη ειχε αναρωτηθεί: «Μένω με την απορία, προς τι ο χαρακτηρισμός «κοσμοκαλόγερος»; Αφου κυρίως στο «Ονειρο στο κύμα» χαίρεται την αμαρτία ως δώρο ζωής»;
Καθόλου δεν χαίρεται την αμαρτία! Αλλά το λάθος είναι συνηθισμένο: βλέπουμε ό,τι θέλουμε εμείς να δούμε, εμείς και η εποχή μας. Εμάς σήμερα μας είναι αδιανόητος αυτός ο τρόμος απέναντι στον σαρκικό έρωτα. Λοιπόν βλέπουμε την ωραία σκηνή του εναγκαλισμού στον Παπαδιαμάντη και παραλείπουμε να σπουδαιολογήσουμε κάποιες φράσεις του, εκεί δίπλα, που δηλώνουν ότι οι εναγκαλισμοί είναι ουράνιοι, δεν έχουν καμιά σχέση με το σαρκικό πάθος.
-Ο έρωτάς του για τη φύση;
Ο Παπαδιαμάντης τρέφει ένα είδος έρωτα για τη φύση. Για ποια φύση όμως; Για τη φύση σαν πίνακα ζωγραφικής, για το ήρεμο τοπίο το στεριανό, για τις ελιές και τα αμπέλια, για την ακρολιμνιά και την ακροθαλασσιά όταν –πολύ σπάνια– το επικίνδυνο υγρό στοιχείο γαληνεύει. Και γαληνεύει μονάχα όταν δεν υπάρχει γύρω ο διχασμένος άνθρωπος, ο άνθρωπος ως ανδρικό και γυναικείο φύλο. Τη φύση, όταν ο άνθρωπος βρίσκεται εκεί ως αναπαραγόμενο ον, ο συγγραφέας μας δεν την παρουσιάζει με έρωτα αλλά με φρίκη. Η λίμνη γίνεται βούρκος, η θάλασσα πνίγει, οι σπηλιές είναι τρομακτικές. Ο Παπαδιαμάντης με κάθε τρόπο φωνάζει: μακριά από την αναπαραγωγή!
-Ο «Άγιος των Γραμμάτων μας» ‘ήταν γήινος άνθρωπος; Και από πεποίθηση μποέμ;
Γήινος βέβαια! Του άρεσε το κρασί και το γιουβέτσι και κάπνιζε σαν φουγάρο. Τον μάστιζε η φτώχεια, θα μπορούσε όμως να ζει και λίγο πιο νοικοκυρεμένα. Δεν το ήθελε. Δεν επιζητούσε τις τιμές, αν και νομίζω πως ήξερε καλά ότι θα τιμηθεί πολύ στο μέλλον. (Θα μπορούσε να λέει σαν τον Καβάφη «Εγώ είμαι πεζογράφος του μέλλοντος».) Δεν ξέρω αν είχε και μια όψη αυτοτιμωρίας η παραίτησή του.
-Για τα ερωτικά και την «κρυφή πληγή» του δεν θα μάθουμε ποτέ;
Για «κρυφή πληγή» μιλά ο Χριστόφορος Λιοντάκης στη δική του ανθολογία του ερωτικού Παπαδιαμάντη. Πράγματι δεν θα μάθουμε ποτέ με ακρίβεια για τη σχέση του ανθρώπου Παπαδιαμάντη με τον έρωτα. Μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε.
Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης γεννήθηκε στη Σκιάθο το 1851, σε οικογένεια με παράδοση στην ιεροσύνη. Σπούδασε δύο χρονιές στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας, αλλά την πλατιά μόρφωσή του την απέκτησε κυρίως με προσωπική μελέτη. Έχοντας μάθει μόνος του γαλλικά και αγγλικά, εξάσκησε το επάγγελμα του μεταφραστή σε εφημερίδες. Ξεκίνησε συνθέτοντας πολυσέλιδα μυθιστορήματα, το ιδιαίτερο ύφος του όμως το διαμόρφωσε όταν επιδόθηκε στη μικρή φόρμα του διηγήματος, από το 1887 και έπειτα. Έγραψε συνολικά εκατόν εβδομήντα περίπου διηγήματα. Από τα ωραιότερα είναι τα ερωτικά που σχολιάζονται σε αυτήν εδώ την έκδοση, καθώς και η νουβέλα Η Φόνισσα. Ενόσω ζούσε απόλαυσε μεγάλη φήμη, χωρίς να δει τυπωμένο ούτε ένα βιβλίο του. Έζησε στην Αθήνα, μέσα στην ανέχεια, και πέθανε στη Σκιάθο το 1911, σε ηλικία εξήντα ετών. Το έργο του έχει γίνει αντικείμενο εντατικής μελέτης και σφοδρών αντιπαραθέσεων.
Παραπάνω (http://www.presspublica.gr/angela-kastrinaki-itan-kosmokalogeros-o-papadiamantis/) και μετά από το άρθρο στο Lifo υπάρχει μια συνέντευξη.
Ποιός/ά έδωσε τη συνέντευξη;
Έχει δημοσιευτεί κάπου;